φωΐς

φωΐς
και φοΐς, -ΐδος και συνηρ. τ. φῴς, φῳδός, ἡ, Α
φυσαλλίδα στην επιφάνεια τού δέρματος, που οφείλεται σε έγκαυμα και περιέχει υδαρές υγρό, φλύκταινα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αβέβαιης ετυμολ. Κατά την πιθανότερη άποψη, ο τ. ανάγεται στη μορφή *bhō-w- τής ρίζας τού φώγω* «ψήνω, καίω», αν θεωρηθεί ως αρχική η σημ. τής λ. «έγκαυμα». Λιγότερο πιθανή, ωστόσο, θεωρείται η άποψη ότι ο τ. με αρχική σημ. «φουσκάλα, φλύκταινα», ανάγεται στην ΙΕ ρίζα *p(h)ŭ- (πρβλ. φῦσα, λατ. pussula / pustula) και έχει σχηματιστεί πιθ. από μια μορφή *phōu- τής ρίζας (πρβλ. φώκη) με επίθημα -ίς, -ίδος (πρβλ. ψηφ-ίς)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • φοΐς — ΐδος, ἡ, Α βλ. φωΐς …   Dictionary of Greek

  • φόα — τά, Α (κατά τον Ησύχ.) «ἐξανθήματα». [ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. συνδέεται πιθ. με τη λ. φωΐς*] …   Dictionary of Greek

  • φώμα — και φόμα, το, Ν (μυκητ.) γένος ατελών μυκήτων τής οικογένειας σφαιροψιδίδες, που ανήκει στην τάξη σφαιροψιδώδη τής κλάσης κοιλομύκητες. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. νεολατ. phōma (< αρχ. φωΐς «φλύκταινα, φουσκάλα»)] …   Dictionary of Greek

  • φώς — Ημερήσια ελληνική εφημερίδα του Καΐρου, που ιδρύθηκε το 1903 και εκδίδεται μέχρι σήμερα. Ιδρυτής και πρώτος διευθυντής ο Στ. Ευσταθιάδης. Με τον ίδιο τίτλο κυκλοφόρησε εβδομαδιαία εφημερίδα στο Αγρίνιο (1927 35) με ιδρυτή τον Μ. Τζάνη. * * * ῳδός …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”